Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σκόρπια Κείμενα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σκόρπια Κείμενα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 5 Ιανουαρίου 2017

Διάλογοι


-Γιατρέ μου νοιώθω πολύ down. 
-Πώς το'παθες 
-Με κακοχαρακτήρισε ένας συνάδελφος και μ'έχει πάρει από κάτω.
-Συνάδελφος; Τί δουλειά κάνεις;
-Δεν δουλεύω, κάααθομαι.
-Είσαι άνεργος;
-Τουναντίον, υπεραπασχολούμενος, υποαμειβόμενος και υπερφορολογημένος
-Σίγουρα είσαι Δημόσιος Υπάλληλος

-Ναι, δεν δουλεύω, με δουλεύουν
-Τουλάχιστον εσύ έχεις μια θεσούλα - μην κλαίγεσαι.
-Δεν κλαίγομαι αλλά δεν μπορώ να ανέχομαι και κάθε λογής σαχλαμάρες επειδή κατέχω την θεσούλα. Την έχω ξεχρεώσει πριν από χρόνια,
-Και τι σόϊ συνάδελφος σε κακοχαρακτήρισε;
-Δικός σας συνάδελφος-γιατρός. Με είπε κτήνος, αμόρφωτο και άλλα συναφή και βαρύτερα
-Έλα βρε χαζούλη -και γι'αυτό προσεβλήθης;
-Όχι, αλλά να ήθελε και 50 ευρώπουλα για την γνωμάτευση λέει
-Ε, πόσο να πάρει ο άνθρωπος-επιστήμονας είναι δεν είναι μπακάλης
-Έχετε δίκηο, είστε πολύ καλός. Δεν έπρεπε να το παρεξηγήσω. Ευχαριστώ.
-Εγώ παίρνω 12
0ευρώ ξέρετε. Αλλά για σένα μόνο 100. Επειδή σε συμπάθησα.
-Μα δεν κάνατε τίποτα
-Τίποτα το λές αυτό. Τόσα χρόνια σπούδαζα. Το λένε κι οι γραφές: Καιρός του σπείρειν και καιρός του θερίζειν.

-Σωστά. Αλλά μου λέγανε ότι η ιατρική είναι λειτούργημα κι όχι επάγγελμα...
-Δεν στα λέγανε καλά. Εγώ πώς θα ζήσω. Πώς θα ζήσει η οικογένειά μου.
-Σωστά έχετε πάλι δίκηο. Δεν το είχα σκεφτεί. Μπορώ να σας πληρώσω με πιστωτική κάρτα;
-Πιστωτική; Μα είσαι σοβαρός; Σε γιατρό ήρθες όχι στο ικεα.
-Συγγνώμη γιατρέ μου. Ορίστε το 100ευρώ. Καταπράσινο, κολλαριστό και συλλεκτικό. Αντίο μονάκριβό μου. Να σας δώσω τώρα και τα στοιχεία μου για την απόδειξη;
-Απόδειξη; Ποιά απόδειξη; Άντε να μου χαθείς γαϊδούρι που θέλεις κι απόδειξη. Τί να την κάνεις την απόδειξη βρε άχρηστε; Αν ήθελες απόδειξη να μου το'λεγες από την αρχή. Φέρε τα 100ευρώ και λίγα είναι. Με σύγχισες. 200 έπρεπε να σου πάρω. Άντε φύγε πριν το μετανοιώσω.
-Συγγνώμη και πάλι γιατρέ μου. Γεια σας. Δεν ήθελα να σας εκνευρίσω.  Εγώ πάντως ηρέμησα. Είστε καταπληκτικός. Ξέρετε το 100ευρώ είναι πλαστό αλλά μια χαρά περνάει. Μπορείτε να πληρώσετε μ'αυτό τον υδραυλικό σας (ούτε κι αυτός δίνει απόδειξη) ή τον δικηγόρο σας (σιγά μην δίνει απόδειξη). Είναι και ασφαλές. Δεν προσημειώνεται και έτσι δεν διατρέχετε κίνδυνο. Μακριά από φακελάκια, μόνο. Φιλάκια.

Τρίτη 13 Αυγούστου 2013

O ταξιτζής του βιβλίου Γκίνες (19 λεπτά, 3€20, IQ?)


Οι επιπτώσεις της κρίσης. Ανεργία, μειωμένες μετακινήσεις, μειωμένο διαθέσιμο εισόδημα, πολλά ταξί στους δρόμους που περιφέρονται ψαρεύοντας πελάτες, πολλοί "ερασιτέχνες", περιστασιακοί στο τιμόνι ψάχνοντας το μεροκάματο του δρόμου (ή τρόμου; The Wages of Fear). Τέρμα οι επιλογές κούρσας, τα διπλά κόμιστρα, το ταξί που ανεβοκατέβαζε ταλαίπωρους επιβάτες. Περασμένα μεγαλεία από άλλες εποχές και διηγώντας τα (ή οδηγώντας)  να κλαίς.


Με εντόπισε σαν αρπακτικό από το απέναντι ρεύμα της κυκλοφορίας όπου είχε σταματήσει περιμένοντας στο κόκκινο φανάρι. Κατέβηκε από το αυτοκίνητο, σκαρφάλωσε στην υπερυψωμένη διαχωριστική λωρίδα, μου έκανε νοήματα και φώναζε για να αποσπάσει την προσοχή μου από κάποια συνομιλία στο κινητό μου κι όταν, τελικά, βεβαιώθηκε ότι όντως περίμενα ταξί έκανε αναστροφή παραβιάζοντας σήματα και νόμους για να με παραλάβει ικανοποιημένος και δικαιωμένος.
Ταξί και ταξιτζής: ένας συνδυασμός που με τα κατάλληλα ερεθίσματα μπορεί να αποδειχθεί κάτι πολύ περισσότερο από είκοσι λεπτά μετακίνησης. 
Μετά τις αρχικές αναγνωριστικές ερωτήσεις και αφού "κλείδωσε" την διαδρομή ευδιάθετος λόγω της απόστασης που θα του επέτρεπε να προσθέσει στο μεροκάματό του περίπου τα διπλά από την ελάχιστη αποζημίωση, άλλαξε η θεματολογία της κουβέντας: καλοκαίρι, γυναίκες, πρόκληση - το αγαπημένο θέμα κάθε παρέας και ιδιαίτερα με ταξιτζήδες στις οριακές ηλικίες 40-45 χρονών. Ξεκίνησε με μια γρήγορη αναφορά στην προηγούμενη πελάτισσα που πήγαινε γυρεύοντας αφήνοντας ακάλυπτα πόδια κι εσώρουχα με εξοντωτικά μίνι στο πίσω κάθισμα. Συνέχισε με τις πιτσιρίκες στο δρόμο που τάχουν πετάξει όλα. Κι όταν είδε ότι δεν του'δινα πάσες για να συνεχίσει μου συστήθηκε γυρνώντας σε προσωπικές εξομολογήσεις: 
"Έχω ένα από τα  υψηλότερα IQ στον κόσμο", μου λέει.
"Μη βλέπεις που από ανάγκη έγινα ταξιτζής. Με διεκδικούσαν κάποτε ο πρύτανης του Harvard και του MIT. Τους είχα πάρει πριν κάμποσα χρόνια κούρσα στο Ελληνικό και με γνώρισαν. Πήγαιναν σε κάποιο συνέδριο και τους έπιασα την κουβέντα. Τους εντυπωσίασα και όταν κάποτε, αργότερα, πήρα στο αμάξι τον Πελεγκρίνη, ξέρεις τον Πρύτανη, τί μου λέει. Ώστε εσύ είσαι που σε γυρεύει το Χαρβαρντ και το ΜΙΤ.
Εσύ τι δουλειά κάνεις;"
"Χημικός" του απαντώ.
Εκστασιάζεται.
"Χημεία. Αν ήξερα και Χημεία θα είχα πάρει Νόμπελ".
Προσπαθώ να τον καθοδηγήσω για το δρομολόγιο και τον προορισμό μου να γλυτώσουμε κίνηση και μποτιλιάρισμα.
"Άσε. Γνωρίζω τα κόλπα. Σου είπα έχω ψηλό IQ."
"Κι από πού είσαι;" συνεχίζει
"Χίο, Βροντάδος" του απαντώ.
"Την ξέρω και τη Χίο", μου λέει.
Είχα πάει πριν είκοσι χρόνια για δυο βδομάδες και την γύρισα.
"Όποτε μπορώ γυρίζω την Ελλάδα. Έχω πάει παντού. Λήμνο, Κυκλάδες, Σάμο, Ικαρία όπου θες. Όχι για πολύ αλλά θυμάμαι.
Έχω γερή μνήμη.
Φωτογραφική.
Χίος, Φανά, Αγιά Φωτιά, Μαύρα Βόλια.
 Έχουν περάσει χρόνια αλλά θυμάμαι.
Αυτό είναι το IQ.  Αλλά είναι αρρώστια, μη νομίζεις. Γενετική ανωμαλία. Κάτι με το αριστερό και το δεξί τμήμα του εγκεφάλου."
"Και πώς το έμαθες", τόλμησα να τον διακόψω.
"Πώς τόμαθα. Πέθανε ένα παιδί του αδελφού μου και μας τόπε ο γιατρός. Κληρονομικό είναι, είπε. Πήγα τον πατέρα μας, ρώτησα και το σόϊ αλλά δεν ξέραν κανένα παπού ή προπάππο που νάχει τέτοιο χούι. Και να ξέρεις έχει κι άλλες συνέπειες αυτό εκτός από το IQ. Σεξουαλικότητα."
"Δηλαδή"; ρωτώ απορημένος.
"Θέλουμε συνέχεια σεξ. Γι'αυτό ο αδελφός μου παντρεύτηκε μια μαύρη και κάνει σεξ τέσσερεις φορές τη μέρα. Τούκανε και τρία παιδιά, τα δυο ζούνε. Αλλά εμένα η γυναίκα μου δεν με καταλαβαίνει και τρελλαίνομαι με τα θηλυκά. Να σκεφτείς όταν είχα μικρότερος μια γκόμενα, μια μέρα εκτός από αυτήν πέρασα στη σειρά και δεκαπέντε φίλες της σ'ένα πάρτι. Σαν να είχαν κόψει εισιτήριο. Τη μια μετά την άλλη. Όχι βέβαια με οργασμό, καταλαβαίνεις. Τις είχα βάλει στη σειρά και τις πέρναγα τη μια μετά την άλλη. Και τώρα η γυναίκα μου δεν αντιλαμβάνεται το πρόβλημα. Παλιοκαταστάσεις."

Taxi driver, DeNiro, 1976. "Are tou talking to me?"
Ευτυχώς ή δυστυχώς είχαμε φτάσει.
6,5€ έδειχνε το ταξίμετρο.
 Άφησα 7.
Ήταν το ψηλό το IQ που με ενέπνευσε.
Απόδειξη όμως δεν πήρα, δεν ζήτησα ή δεν μου έδωσε.
Όχι τόσο για την εφορία αλλά να για να ξέρω το ονοματεπώνυμο και να τον ψάξω περαιτέρω στο διαδίκτυο στα ρεκόρ του Γκίνες.
Ρεκόρ ΙQ ή συνευρέσεων...


Taxi driver


Δευτέρα 21 Μαρτίου 2011

Ο Άγιος, το Τάμα και Μια νόμιμη απάτη με παλιές συνταγές!

Εν αρχή ην ο Φόρος, και ο Φόρος ην προς το Κράτος, και Κράτος ην ο Φόρος. Ούτος ην εν προς το Κράτος, πάντα δι' αυτού εγένετο ουδέ εν ό γέγονεν.

Περί φόρων και δή περί ΦΠΑ ο λόγος.

Έχουμε αισίως τρείς συντελεστές ΦΠΑ:
  1. τον Κανονικό 23%
  2. τον Χαμηλό 13% και
  3. τον Μειωμένο 6,5% που
  4. γίνονται 16%, 9% και 5% αντίστοιχα για τα νησιά του Αιγαίου
Βάσει νόμου, στον υπερμειωμένο συντελεστή (δηλαδή 6,5% και για τα νησιά του Αιγαίου 5%) υπάγονται:
α) Τα εισιτήρια θεατρικών παραστάσεων.
β) Τα βιβλία της δασμολογικής κλάσης 4901 και τις εφημερίδες και περιοδικές εκδόσεις της δασμολογικής κλάσης 4902 καθώς και τα βιβλία με εικόνες για παιδιά της δασμολογικής κλάσης 4903 (όπως ισχύει με το ν. 3899/2010). κλπ κλπ

Υπόθεση εργασίας:
Θέλετε να πουλήσετε λοιπόν ένα DVD 9,90€. 
Πόσα χρήματα θα εισπράξετε;
Μετά την αφαίρεση του ΦΠΑ: 9,90/1,23=8,049€ γιατί τα υπόλοιπα (9,90-8,049=)1,851€ ως ΦΠΑ πρέπει να αποδοθούν στο Κράτος.
Αν το ίδιο DVD το δώσετε "ΔΩΡΟ" δηλαδή αξία 0€ και άρα ΦΠΑ 0€ αλλά το συνοδέψετε με ένα ευτελούς αξίας έντυπο (πχ ένα δισέλιδο με δυο λόγια που περιγράφουν την υπόθεση, τους συντελεστές, και ότι άλλο σας κατέβη) και το ονομάσετε Τεύχος 1 μιας περιοδικής έκδοσης (μπορεί ποτέ να μη βγεί Τεύχος 2) τότε ο συντελεστής ΦΠΑ διαμορφώνεται στο 6,5%.
 Έχουμε λοιπόν για το προηγούμενο DVD: Τιμή 9,90€ - (ΦΠΑ 9,90/1,065)=9,296€. Δηλαδή προκύπτει διαφορά: 9,296-8,049=1,247€. Τελικό όφελος: 12,6%.
Καθόλου άσχημα νομίζω.

Θυμάστε το ακέκδοτο με τον Κεφαλλονίτη που είχε τάξει στον Άγιο το γαϊδουράκι του;
Τόκανε το θαύμα ο Άγιος και ο Κεφαλλονίτης πήγε να πουλήσει το ζωντανό στο παζάρι. Πήρε μαζί κι ένα κόκκορα. Όταν τον ρώταγαν πόσο πουλάει το γαϊδούρι απαντούσε "Μια δραχμή ΑΛΛΑ πουλιέται μαζί με τον κόκκορα" που κόστιζε Δέκα χιλιάδες. Τζάμπα δηλαδή το ταγμένο γαϊδούρι και όλα τα φράγκα του "πακέτου" στον κόκκορα. Έτσι, μόλις βρήκε τον αγοραστή, έδωσε το τάμα (1 δραχμή) στον Άγιο και ενθυλάκωσε τα υπόλοιπα. Κι ούτε γάτα ούτε ζημιά!!!
Συμπέρασμα: Τα παλιά κόλπα είναι τα καλύτερα.
Μήπως θάπρεπε να ακολουθήσουν κι άλλα προϊόντα την ίδια ευρηματική πολιτική προώθησης;
Δωρεάν Βενζίνη με αγορά ενός δισέλιδου με οδηγίες οικονομικής οδήγησης;
Δωρεάν Πετρέλαιο θέρμανσης με αγορά εντύπου με οδηγίες ασφαλούς παραλαβής και αποθήκευσης;
Δωρεάν Ηλεκτρονικός υπολογιστής με αγορά Οδηγιών εγκατάστασης;
Δωρεάν αστακός στο Super Market με αγορά Σελίδας Συνταγών μαγειρικής;
Δωρεάν αυτοκίνητο με αγορά φυλλαδίου με οδηγίες παθητικής ασφάλειας;

Πατρίδα ελλαδάρα
με το επιχειρηματικό δαιμόνιο
άδειασες την καρδάρα
κι έφτασες στο μνημόνιο .
Και εις άλλα με υγείαν.


Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2009

Όνειρα

Διάβαζα πριν από αρκετά χρόνια το βιβλίο της δημοσιαογράφου Οριάνα Φαλάτσι "Αν ο ήλιος πεθάνει" σε φτηνή έκδοση ΒΙΠΕΡ.
Ήταν αρχές δεκαετίας 70. Η Φαλάτσι είχε, μεταξύ άλλων, συναντήσει και καταγράψει τις συζητήσεις της με τον συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας Ρεϊ Μπράντμπερι (Φαρενάιτ 451, Εικονογραφημένος Άνθρωπος κλπ).
"Η σελήνη είναι ένα όνειρο γι' αυτούς που δεν ονειρεύονται", της είχε πεί.

Ήταν η εποχή του ρεαλισμού και του υπαρκτού σοσιαλισμού, της οικονομίας της αγοράς κατά της σοσιαλιστικής ευεξίας, της κατάκτησης της σελήνης, των επιστημονικών επιτευγμάτων, του τέλους της ουτοπίας και της παιδικής ηλικίας, της κατασκοπίας, των συμμετρικών απειλών, του απαγορευμένου καρπού και της φυγής από την Εδέμ της αθωότητας.
Η εποχή της αστυφιλίας, του τσιμέντου, των συμβατικών ενεργειακών ανησυχιών, του ψυχροπολεμικού άγχους και της πυρηνικής αμφισβήτησης.
Η εποχή της ψυχανάλυσης και της κατάθλιψης.

Χάζευα το απόγευμα της 30ης Δεκέμβρη το μουντό αστικό τοπίο από το γραφείο μου, παρακολουθώντας το φώς της χειμωνιάτικης σελήνης να απλώνεται επιβλητικά πάνω από τις στέγες, τις κεραίες και την έρημη χώρα της πρωτεύουσας.

Διαβάζω Μπόρχες, "Περικοπές από ένα απόκρυφο ευαγγέλιο"

  • Δώσε τα άγια στα σκυλιά και ρίξε τα μαργαριτάρια σου στους χοίρους. Αυτό που έχει σημασία είναι να δίνεις.


  • Τίποτα δεν χτίζεται πάνω στην πέτρα, όλα πάνω στην άμμο χτίζονται, όμως το χρέος μας είναι να χτίζουμε σα να' τανε η άμμος πέτρα...


  • Ευτυχισμένοι όσοι αγαπιούνται κι όσοι αγαπούν κι όσοι μπορούν να ξεπεράσουν την αγάπη.


  • Ευτυχισμένοι οι ευτυχισμένοι.

ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ

Όσες φορές έχω προσπαθήσει να αλλάξω τα όνειρά μου, στο τέλος τα όνειρα μου άλλαξαν εμένα (από το fanzine πισχαζόν της Kατερίνας)

Κι ένα παραμύθι για τα όνειρα και ανθρώπους - σκιές ονείρων
(από τον Χόρχε Μπουκάυ)





Οι ....πειραματικές φωτογραφίες, τραβήχτηκαν με την DSLR Olympus, σημαδεύοντας την απαστράπτουσα Αθηναϊκή σελήνη της 30ης Δεκεμβρίου 2009. Δεν είναι βέβαια Ansel Adams (όπως η πιο κάτω φωτογραφία) - δεν τον πλησιάζουν καν, αλλά εμένα μ' αρέσουν και σας τις αφιερώνω εξαιρετικά!


Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2009

ένα φευγάτο μπλε μπαλόνι στον συννεφιασμένο ουρανό


Frankfurt am Main
Που θα πεί η Φρανκφούρτη (το Πέρασμα των Φράγκων) στον ποταμό Μάιν.
Το οικονομικό κέντρο της Ευρώπης.
Το Γερμανικό Μαϊνχάταν (λογοπαίγνιο από το ποτάμι Μάιν) με τους ουρανοξύστες και τον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα αφού ένας στους τρείς κατοίκους της έχει διαβατήριο αλλοδαπής.



Το κρύο ήταν υποφερτό στις αρχές του Δεκέμβρη. Γύρω στους 8C με παροδικό ψιλόβροχο και συννεφιές (ενώ βλέπω ότι τελευταία αρχίσαν τα γνωστά κεντροευρωπαϊκά "μπιλοζίρια" που φτάνουν τους -11C το βραδάκι και συχνά ακόμα πιο κάτω).  Μέρες Δεκέμβρη λοιπόν, που μπορούσες να χαζεύεις στα χριστουγεννιάτικα παζάρια και τις υπαίθριες αγορές για να καταλήξεις στα κλιματιζόμενα καφεστιατόρια στην οροφή του εμπορικού κέντρου με την θέα της πόλης από ψηλά.
Κι' εκεί που χαζεύεις τη θέα και τη θολή γραμμή των οριζόντων, νάσου κι ένα φευγάτο μπλε μπαλόνι που ανυψώνεται με ταχύτητα.
Η κάμερα, μια βολική DSLR Olympus, πάσχισε να καταγράψει τη στιγμή. Να σημαδέψει τον γαλάζιο δραπέτη και να πιάσει λίγο από την ατμόσφαιρα της μέρας και την αύρα της πόλης. Ευτύχησε μερικά, απέτυχε εν πολλοίς.

Και ενώ προσπαθούσα να συμμαζέψω τα εργαλεία, ένα δεύτερο μπλέ μπαλόνι με περιγελούσε περνώντας κι αυτό βιαστικό για να κυνηγήσει το προηγούμενο.
Αναστατώθηκα, το πάλεψα, οργανώθηκα, κατέγραψα ότι μπόρεσα από το δεύτερο μπαλόνι, και κάπου προετοιμάσθηκα για το τρίτο μπαλόνι. Ρύθμισα τη μηχανή, τράβηξα κάνα δυο δοκιμαστικά πλάνα και περίμενα.
Ο καφές ήταν σωστός, η θέα ενδιαφέρουσα, ο κόσμος ευδιάθετος.
Το τρίτο μπαλόνι δεν ήρθε.

Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2009

Καλοφτιαγμένα σχέδια - The best laid schemes o' Mice an' Men

The best laid schemes o' Mice an' Men,
Gang aft agley
An' lea'e us nought but grief an' pain,
For promis'd joy!
Μην μας ξενίζουν τα πιο πάνω αγγλικά - ακόμα και αγγλόφωνοι δεν τα πολυκαταλαβαίνουν αφού είναι γραμμένα σε διάλεκτο σκωτσέζικη.
The best laid schemes of mice and men
Go often askew,
And leaves us nothing but grief and pain,
For promised joy!

Δηλαδή σε ελεύθερη απόδοση:
Τα πιο καλά μελετημένα σχέδια των ποντικών και των ανθρώπων,
συχνά αναπρέπονται.
Και δεν μας αφήνουν τίποτα παρά θλίψη και πόνο,
αντί για την χαρά που προσδοκούσαμε

Πρόκειται για ένα στίχο του Ρόμπερτ Μπερνς (Robert Burns) από το ποίημα "To A Mouse" για ένα ταλαίπωρο ποντίκι που ο γεωργός κατέστρεψε τη φωληά του όταν όργωνε το χωράφι.
Ο ποιητής απολογείται στο ποντίκι για την εγωκεντρική αντίληψη του ανθρώπου που θεωρεί τον πλανήτη κτήμα του διαταράσσοντας τις ισορροπίες της φύσης.
I'm truly sorry Man's dominion
Has broken Nature's social union,
An' justifies that ill opinion,
Which makes thee startle,
At me, thy poor, earth-born companion,
An' fellow-mortal!
Ο Μπέρνς εξισώνεται με το ποντίκι, είναι όπως κι αυτό, γέννημα της γης, θνητό. Ένα πανέμορφο ποίημα.
Η απαρχή της οικολογίας;


Ο Μπέρνς, ο Βάρδος - Bard γεννήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 1759 και πέθανε στις 21 Ιουλίου 1796 στην Σκωτία (Alloway, Ayrshire, Scotland). Στα μόλις 37 χρόνια που έζησε, πρόλαβε να γράψει αριστουργηματικά ποιήματα και να επηρεάσει όσο κανείς άλλος τή λογοτεχνία και τα δρώμενα της εποχής του αλλά και επόμενων γενεών.

Ο στίχος του Μπέρνς of mice and men έχει δώσει τον τίτλο στο διήγημα του Νομπελίστα Τζων Στάϊνμπεκ "Άνθρωποι και Ποντίκια"

Ο Ρίλκε επιβεβαιώνει και συμφωνεί με την θεώρηση του Μπέρνς για τα καλοφτιαγμένα σχέδια:
Η ζωή έχει ουσιαστικά φτιαχτεί για να μας εκπλήσσει (όταν βεβαίως δεν μας κατακλύζει με φρίκη)
και αλλού
το απροσδόκητο και απρόβλεπτο είναι το προσδοκώμενο

Ο Οράτιος (Horace), κορυφαίος λατίνος λυρικός ποιητής που έζησε στην εποχή του Ιουλίου Καίσαρα, αναφέρεται στο ίδιο θέμα:

...loquimur, fugerit invida aetas: carpe diem, quam minimum credula postero.
που θα πεί
όσο μιλάμε ο χρόνος ο αμείλικτος ξεφεύγει: άδραξε τη μέρα, προσβλέποντας όσο γίνεται λιγότερο στο αύριο.


Η ζωή είναι εξόχως απρόβλεπτη.
Οι πιθανότητες,
οι αβεβαιότητες,
το τυχαίο
η στιγμή που περνά και χάνεται
επηρεάζουν την πορεία μας,
καθορίζουν τα μελλούμενα.

Κι εμείς προχωρούμε.
Ταξιδεύουμε.
Ζούμε τις στιγμές
ζούμε για τις στιγμές.

Και κάνουμε σχέδια.
Για το μέλλον.
Για το άγνωστο.
Ειλικρινά και Ταπεινά, Sincerely Yours, Fanezan

Αναφορές
Ας θυμηθούμε, επίσης, την επιτυχημένη ταινία του Peter Weir, Dead Poets Society - Ο κύκλος των χαμένων ποιητών, με επίκεντρο την φράση Carpe Diem
http://en.wikipedia.org/wiki/Dead_Poets_Society


Το ποίημα του Μπέρνς μπορείτε να το βρείτε εδώ:
http://electricscotland.com/burns/mouse.html
http://en.wikipedia.org/wiki/To_a_Mouse

Τα αποσπάσματα του Ρίλκε είναι από το  βιβλίο:
Η σοφία του Ρίλκε - Ο οδηγός του ποιητή για τη ζωή, Ανθολόγηση Ulrich Baer. 2009

Πληροφορίες για τον Οράτιο - Horace:
http://en.wikipedia.org/wiki/Horace

Βιογραφικό του Robert Burns:
http://www.robertburns.org/
http://en.wikipedia.org/wiki/Robert_Burns

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2009

Κόντε Μπουγάδας





Ο πατέρας του ήταν κοινός θνητός.  Ένας απλός οικογενειάρχης, με μια τυπική μικροαστική οικογένεια και μια αξιοπρεπή δουλειά: ιδιοκτήτης στεγνοκαθαριστηρίου σε καλό σχετικά σημείο, δίπλα στην παλιά πόλη. Το ιδιόκτητο μαγαζάκι ήταν της οικογένειάς του, από τον παππού του. Δεν είχε νοίκια κι έτσι το μεροκάματο έβγαινε, άλλοτε πλούσια, άλλοτε λιγοστά, δεν είχε παράπονο. Μπορούσε να ζήσει την γυναίκα και το γιό του άνετα και κάθε τόσο έκανε και το κουμάντό του κι αποταμίευε κατιτίς για τα γεράματα και για τις πιθανές μελλοντικές υποχρεώσεις όταν ο κανακάρης του θα άνοιγε τα φτερά του για μεγαλύτερους στόχους. Γιατί είχε σχέδια για το μοναχογιό του. Σπουδές ίσως, αν τις τράβαγε η όρεξη του παιδιού, αλλά σίγουρα καριέρα  και καινοτόμες και προσοδοφόρες επιχειρήσεις με προοπτικές. Είχε σχέδια ο πατέρας.
Αλλά λογάριαζε χωρίς τον ξενοδόχο.

Ο γιός μεγάλωνε στην άνεση κι άρχισε και να κάνει παρέα με πλουσιόπαιδα ακολουθώντας τις προτροπές των γονιών του.
"Γνωριμίες παιδί μου, είναι το μεγαλύτερο κεφάλαιο για να πετύχεις την σήμερον ημέρα", συμβούλευε τον Σπυράκο ο πατέρας.
"Παράτα τα φτωχόπαιδα και δες να κάνεις φίλο κανένα παιδί της προκοπής" συνέχιζε η μάνα. "Ο γιός του τάδε ξενοδόχου, η κόρη της δείνα τελωνειακού, του δείνα εφοπλιστή, της δεινοπούλου μεγαλοεπιχειρηματία, αυτά είναι παιδιά για παρέα που θα σου φανούνε χρήσιμα μεθαύριο. Και σταμάτα να χαζολογάς με τα αλητάκια της κυρά Καρμέλας που ούτε σπίτι να μείνουν δεν έχει και ξενοπλένει για να τα ζήσει".


Με τούτα και με κείνα, ο καιρός πέρασε ο Σπυράκος έγινε Σπύρος και τόμαθε το μάθημα καλά. Άρχισε να περιφέρει στην πόλη το καλάμι που καβάλησε και επειδή δεν μπορούσε να είναι ο ασήμαντος γιός του στεγνοκαθαριστή, άρχισε να παραμυθιάζει τον κόσμο για το γενεαλογικό του δέντρο και έναν μακρινό αριστοκράτη από την εποχή της ενετοκρατίας που έφερε τον τίτλο του κόμη και είχε παντρευτεί μια προ-, προγιαγιά του για να μείνει οριστικά στο νησί.
Κόμης λοιπόν ανέβαινε και κατέβαινε στα σουλάτσα στην παραλία ο Σπύρος, και σιγά σιγά άρχισε και το δούλεμα από τους συντοπίτες και τούμεινε ο τίτλος τιμής: Κόντε μπουγάδας!

Καλύτερα να σου βγεί το μάτι παρά το όνομα, λέει η παροιμία. Και ο Σπύρος ήταν πια ο Κόντε μπουγάδας με τόνομα. 
Κι επειδή ένας κόμης δεν είναι σωστό να δουλεύει σε παρακατιανές δουλειές κι έχει και έξοδα παράστασης και κοινωνικές υποχρεώσεις, ο Σπύρος ρευστοποίησε τα περιουσιακά στοιχεία της οικογένειας για να κυνηγήσει τα χρυσά επιχειρηματικά του σχέδια. Aλλά, είναι γνωστό, ότι  συνήθως οι θησαυροί αποδεικνύονται άνθρακες.
Τελικά ο Σπύρος, ο νεότερος κόμης της Περιθείας, γνωστότερος στο νησί και ως Κόντε Μπουγάδας έμεινε στην γόνιμη ηλικία των 27 χρόνων με μπόλικες γνωριμίες, νιάτα που θα χάνονταν με μαθηματική ακρίβεια, και ένα κορμί ζηλευτό μεν αλλά άφραγκο. Όλα αυτά μοιραία οδήγησαν στην μοναδική νόμιμη επιλογή που θα μπορούσε να συντηρήσει τα ακριβά του γούστα.

Συνοδός ευκατάστατων κυριών που αποζητούσαν μια καλή παρέα και ήταν διατεθιμένες να πληρώσουν και το σχετικό τίμημα σε ρευστό, σε χρυσό, ή σε τροχό. Αυτές ήταν οι διαβαθμίσεις των απαιτήσεων και οι αποτιμήσεις της καψούρας. Κι έτσι ο Σπύρος θα μπορούσε να πεί κανείς ότι, τηρουμένων των αναλογιών, έπεφτε στα μαλακά.
Τα χρόνια όμως περνούν σαν νερό τα άτιμα και μαζί φεύγανε τα νιάτα του Σπύρου, πέφτανε οι μετοχές του και το μόνο που ανέβαινε ήταν η ηλικία των κυριών που συνόδευε. Δεν είχε όμως παράπονο, βολευότανε και με τα πρώτα ήντα και με τα δεύτερα ήντα καμιά φορά.
"Όλα είναι στο μυαλό", έλεγε δείχνοντας το κεφάλι του με νόημα. "Ο έρωτας είναι εγκεφαλική διαδικασία", ομολογούσε στο πάντα πρόθυμο ν' ακούσει και ελάχιστα νηφάλιο ακροατήριο που τον παρακολουθούσε σε σκοτεινά μπαράκια.
Για να καταλήξει φιλοσοφώντας, με την ρήση των αρχαίων ημών προγόνων:
"Λυχνίας σβεσθείσης πάσα γυνή ομοία".
Τον τελευταίο καιρό ο Κόμης Σπύρος είχε χτυπήσει το θησαυρό που αναζητούσε σ' όλη του τη ζωή. Μια ηλικιωμένη χήρα χωρίς παιδιά και ανήψια, που ο μακαρίτης της είχε αφήσει υπολογίσιμα μετρητά και αμέτρητα ακίνητα. Την άραξε λοιπόν ο Σπυράκος στο καλύτερο δωμάτιο του κεντρικού ξενοδοχείου της πόλης ακριβώς πάνω από την πλατεία που σεργιάνιζε μικρός με την μάνα του, και ξημεροβραδιαζόταν μεγαλύτερος με τους συμμαθητές του για το αναγκαίο καμάκι στις τουρίστριες.

Εκείνο το πρωί ξύπνησε ενοχλημένος από επίμονη φασαρία.
Δίπλα του βαρειανάσαινε η χήρα που δεν άντεχε ποτό και ξενύχτι.
Πήγε νυσταγμένα στο παράθυρο, άνοιξε τα παντζούρια κι ο ήλιος τον τύφλωσε για μια στιγμή.
Είδε το ρολόϊ στο καμπαναριό της μητρόπολης. Η ώρα κόντευε δέκα και στην απέναντι πολυκατοικία στο καντούνι ένα συνεργείο πάλευε να ανακαινίσει ένα ταλαιπωρημένο διαμέρισμα. Ο Σπύρος τεντώθηκε νυσταγμένος και εκείνη τη στιγμή ένας από τους μαστόρους που τον αναγνώρισε, του φώναξε ειρωνικά:
"Κόντε Μπουγάαααααδα"


Ο Σπύρος έριξε μια ματιά στην κοιμισμένη χήρα, γύρισε αργά το γυμνό κορμί του, πλησίασε το ανοιχτό παράθυρο, κι ενώ τον έλουζε το φως του ελληνικού ήλιου του φωτοβόλου, έβαλε τις παλάμες του στο στόμα σα χωνί και στραμμένος στους εργάτες που είχαν διακόψει τις δουλειές τους και τον κοίταζαν, φώναξε με φωνή στεντόρεια:

"Δούλευε, μαλάαααααααααααακα"
 Αφιερωμένο στην Μελίτα
Οι κερκυραϊκές φωτογραφίες (slides) τραβήχτηκαν με συμβατική κάμερα ΝΙΚΟΝ στις αρχές του '90 και είναι προϊόν σκαναρίσματος (γι'αυτό ...χάνουν).  

Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2009

Υποκείμενο Νόσημα


Ο νέος ιός
χτύπησε δριμύτερα από κάθε προηγούμενο
επικοινωνιακά
ευτυχώς 
οι επιδημιολογικές μελέτες απεδείχθησαν υπερβολικές
η διαχείριση της κρίσης απέδωσε
τα θύματα ήταν λιγότερα του αναμενομένου
και όλα σχεδόν
με υποκείμενα νοσήματα
άλλοτε ανοσοκατεσταλμένα
άλλοτε με χρόνιες παθήσεις
άλλοτε με βεβαρυμένο ιατρικό ιστορικό
μερικές φορές, στατιστικά ελάχιστες
εμφανίστηκαν ανησυχητικά περιστατικά
άτομα υγιή
δραστήρια
χωρίς προβλήματα στο παρελθόν
κατέληξαν
οι εξαιρέσεις αυτές μελετήθηκαν διεξοδικά
ο ιατροδικαστής εντόπισε λανθάνουσες καταστάσεις
διέφευγαν της προσοχής
εν τέλει
το συμπέρασμα ήταν αυτονόητο
όλα τα περιστατικά ήταν αναμενόμενα
τα θύματα υπέφεραν από ανίατη ασθένεια
πριν καταλήξουν
ήταν
οργανισμοί ζώντες
υπέφεραν από ζωή

Αφιερωμένο εξαιρετικά στην κοινωνία της Υπερ-, Παρά-, Από-, πληροφόρησης

Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2009

Ενθύμιον "Θεσσαλονίκης" (Μιά σχεδόν αληθινή ιστορία)

μα ούτε φουστάνι στη στεριά κι ούτε μαντήλι
Νίκου Καββαδία, ο τελευταίος στίχος από το Cambay’s water




Κάρτα εποχής επιχρωματισμένη.
Είσοδος του Ελληνικού Στρατού εις Θεσσαλονίκην. Με φαντάρους στη σειρά, κουρασμένους κι αξύριστους, να μπαίνουν στην πόλη 26 Οκτώβρη 1912 ανήμερα του Αγίου Δημητρίου. Τα όπλα βαραίνουν τους ώμους τους καθώς προσπερνούν το Ζυθοποιείο Όλυμπος και το υφαντουργείο Τόρρες.
Αναδρομή στο παρελθόν.

Τι σου είναι το μυαλό. Αρκεί μια τόση δα χαραματιά και ξεχύνονται από μέσα βαθιά καταχωνιασμένες εικόνες και στιγμιότυπα άλλων χρόνων που πιστεύεις ότι έχουν χαθεί ανεπιστρεπτί. Η Θεσσαλονίκη, λίκνο και χωνευτήρι πολιτισμών, πόλη που έχει εμπνεύσει ποιητές και βασιλιάδες, πάντα προκλητική κι ανεξιχνίαστη, αναδύεται νωχελικά μέσα στις πρωινές ομίχλες, τη φοιτητική ζωή, τα φαγάδικα, τα πολίτικα γλυκά, τα μικρά καφέ και τα μπαράκια.
Η "Θεσσαλονίκη" όμως για μένα δεν είναι μονάχα αυτά.
Είναι τα παιδικά μου χρόνια, είναι ένας άνθρωπος ξεχωριστός, μια γυναίκα με κορμί δυνατό, αυστηρά χαρακτηριστικά, φωτεινό βλέμμα. Μια καρυάτιδα που αγέρωχη παρακολουθεί το κλεινόν άστυ σκαμμένη από τα χρόνια και τους χαλεπούς καιρούς.
Προαιώνια, ακλόνητη και παρούσα.

Η κυρία Νίκα.

Γεννημένη το 1912 τη μέρα που οι έλληνες έπαιρναν πίσω την πόλη από τον Τούρκο διοικητή της, εξ ου και το Νίκα από το Θεσσαλονίκη. Δασκάλα στο δημοτικό, στις τάξεις τις μικρές, με το μεράκι της παιδαγωγού και την συνέπεια στο λειτούργημά της αγαπούσε τα παιδιά με τη μητρική αγάπη που συνδυάζει γλυκύτητα και αυστηρότητα. Άπλωνε τα φτερά των οραμάτων της και μας ζέσταινε όλους στην θαλπωρή της αγκαλιάς της στο λαϊκό δημοτικό των Κάτω Πατησίων. Τους φρόνιμους και τους άτακτους, τους διαβασμένους και τους αδιάβαστους, τους καλούς και τους κακούς.
Η κυρία Νίκα, δασκάλα με όλη τη σημασία της λέξης, έσταζε στις παιδικές ψυχές μας τον πλούτο της καρδιάς και του νου της σημαδεύοντας με ανεξίτηλα χρώματα την πορεία μας στο μέλλον. Τιμωρούσε τις παρεκτροπές, επαινούσε τις προσπάθειες μας, παρακολουθούσε την εξέλιξή μας και φρόντιζε για τα παιδιά της.
Ένας χάρακας λεπτός και λείος κατασκευή στο ξυλουργείο που είχε ο πατέρας του συμμαθητή μας του Λυγίζου ακουμπούσε σε περίοπτο σημείο στην έδρα για να μαγνητίζει το βλέμμα μας. Πιο πολύ συνέτιζε με την παρουσία του και σπανίως με την επαφή στις παλάμες των απείθαρχων. Άνθρωπος αγράμματος ξύλο απελέκητο, μας θύμιζε και μας έδειχνε το χάρακα.

Πρόσεχε για πυρετούς και παιδικές ασθένειες, φρόντιζε για τους εμβολιασμούς, μας παρακολουθούσε για τα κάθε λογής χτυπήματα. Το άγρυπνο μάτι της εντόπιζε και συμβούλευε τους γονείς περί του πρακτέου. Ήταν εκείνη που καθοδηγούσε την οικογένεια στην ανατροφή των παιδιών.
Εκείνη ανακάλυψε την επιπεφυκίτιδα που ταλαιπωρούσε τα μάτια μου.
Είχα  μια φοβία για τους γιατρούς από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Τους απέφευγα και ακόμα τους τρέμω. Ακόμα και σε δύσκολες καταστάσεις αφήνω το κορμί μου να εξερευνήσει τις δυνατότητες του με μοναδική ενίσχυση ασπιρίνες και ξεκούραση. Είμαι πιστός οπαδός της τελευταίας στιγμής κι ας ακούμε συνέχεια για τα πλεονεκτήματα της πρόληψης. Εγώ δεν τα μπορώ τα τσεκαπ, αποφεύγω όσο γίνεται τις άσπρες μπλούζες. Έκρυβα επιμελώς για κάμποσες μέρες το πρόβλημα στα μάτια μου από τους δικούς μου αναβάλλοντας κατά το δυνατόν την επίσκεψη στο γιατρό.
Ήμουν ντροπαλός και μαζεμένο παιδί, κοκκίνιζα και πνιγόμουνα στο άγχος με το παραμικρό. Τα κλάματα με έπαιρναν εύκολα πότε από συγκίνηση, πότε από αμηχανία, πότε από χαρά δεν έχαναν ευκαιρία να ξεχυθούν τα δάκρυα πλημμύρα από τα μάτια μου. Ίσως γι’ αυτό δεν με πήραν είδηση γρήγορα στο σπίτι.
Τις τελευταίες μέρες όμως τα μάτια μου μ’ έκοβαν και τα δάκρυα έρχονταν συχνότερα. Το διάβασμα γινόταν μαρτύριο η όραση θόλωνε και τελικά το πρόβλημα αποκαλύφθηκε. Είχα σηκωθεί για εξέταση έπρεπε να διαβάσω κάποιο κείμενο από το αναγνωστικό αλλά μετά τις πρώτες σειρές τα γράμματα χάνονταν. Τη πρώτη φορά η δασκάλα νόμισε ότι το πρόβλημα ήταν ψυχολογικό, τη δεύτερη φορά το ίδιο ,την τρίτη μου είπε να πω στους γονείς μου ότι πρέπει να πάω σε οφθαλμίατρο.
Μόλις το άκουσα η κατάσταση χειροτέρεψε, κλάμα ένας χαμός. Μου είπε να καθίσω, με καθησύχασε ότι δεν είναι τίποτα και μου έδωσε το μαντήλι της για να σκουπιστώ. Τα χαρτομάντιλα δεν υπήρχαν, εμφανίστηκαν πολύ αργότερα. Το μαντήλι το κράτησα και μετά το μάθημα το πήρα στο σπίτι και, για να μη μάθει η μάνα μου τι συνέβαινε, το έκρυψα. Την ταλαιπωρία την άντεχα την ιατρική την ξόρκιζα.  Έπαιζα καθυστέρηση πετώντας την μπάλα στην εξέδρα αλλά έπεσε τηλεφώνημα τελικά που έδωσε λύση στο πρόβλημα. Το μαντήλι τελικά το εντόπισε η μάνα το έπλυνε και με ρώτησε που το βρήκα. Απέφυγα με κάποιο τρόπο την απάντηση και έτσι το μαντήλι παρέμενε για χρόνια στο συρτάρι. Καθαρό σιδερωμένο με τα μικρά λουλουδάκια διακόσμηση και απαλή γαλαζωπή δαντελίτσα στις άκρες. Δεν το πείραζε κανείς. Για χρόνια έμενε καταχωνιασμένο μέχρι που αποσύρθηκε μαζί με τα υπόλοιπα. Είχαμε μπει πια στην εποχή του χαρτομάντηλου.
Πέρασε καιρός, η κυρά Νίκα γέρασε, βγήκε στη σύνταξη, πήγε να μείνει στη κόρη της σε άλλη γειτονιά αλλά τα μικρά της τα θυμότανε. Έπαιρνε τηλέφωνα στις μανάδες μας, μάθαινε νέα μας χαιρότανε με τις χαρές μας και τις επιτυχίες μας. Η σκιά της διακριτική μας ακολουθούσε. Της μίλησα και στο τηλέφωνο μερικές, λιγοστές όμως, φορές. Πάντα την ένοιωθα αυστηρό κριτή και η ντροπή και ο σεβασμός παρά τα χρόνια δεν με άφηναν όποτε της μίλαγα. Πάντα δίνοντας  υποσχέσεις ότι θα πέρναγα να την επισκεφτώ. Κάτι όμως η αντικοινωνικότητά μου, κάτι η συστολή που με χαρακτήριζε από μικρό, κάτι οι υποχρεώσεις, η επίσκεψη πήγαινε από αναβολή σε αναβολή. Μέχρι το επόμενο τηλέφωνο, τις επόμενες ανεκπλήρωτες υποσχέσεις, την συγκαταβατικότητα της κυρά Νίκας που όλα τα καταλάβαινε και όλα τα δικαιολογούσε. Τα απέδιδε στη νιότη και στα τρεχάματα με τα μαθήματα στο Πολυτεχνείο και ο φαύλος κύκλος των αναβολών καλά κρατούσε.
Τελευταία, έμαθα από τους φίλους τους παλιούς στη γειτονιά μας ότι η κυρά Νίκα απεδήμησε εις Κύριον πλήρης ημερών. Η επίσκεψη ματαιώθηκε οριστικά και η μάνα μου που παρακολουθούσε τόσα χρόνια την όλη υπόθεση από κοντά κούναγε με σημασία και κατανόηση το κεφάλι της. Της είχα πεί μετά από πολλά χρόνια την αληθινή ιστορία του μαντηλιού που συνεχώς με κυνηγούσε.
Ήταν κατηγορηματική. "Στάλεγα εγώ. Μη κάνεις δώρο ποτέ μαντήλι, είναι χωρισμός. Τα βλέπεις; Αυτό το μαντήλι φταίει. Να που δεν σας άφησε να ξαναϊδωθείτε."
Κάθε φορά που την άκουγα, γελούσα ειρωνικά και την κορόιδευα για την αφέλεια και τις προλήψεις της.
Πάντως, πείτε με προληπτικό, άν και έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που σκούπισα τα δάκρυα των παιδικών μου χρόνων με κείνο το μαντήλι, μέχρι σήμερα αποφεύγω στις ανταλλαγές δώρων κάθε τύπου μαντήλι
;-)


Το λιμάνι της Θεσσαλονίκης από έργο του εικαστικού δημιουργού Γιάννη Σταύρου
http://www.yannisstavrou.gr/gallery-g.htm


Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2009

Θέατρο Σκιών


Η πόλη σκυθρωπή, υπό βροχή.
Παρακολουθώ προστατευμένος πίσω από το τζάμι,
ο καφές στο τραπεζάκι
και το μυαλό γυρίζει πίσω
σ' Αυτούς που δεν έχουν σκιά

Οκτώβρης στην Αθήνα - Μικρό καλοκαιράκι





"Out, out, brief candle! Life's but a walking shadow, a poor player that struts and frets his hour upon the stage and then is heard no more: it is a tale told by an idiot, full of sound and fury, signifying nothing." - William Shakespeare, Macbeth, (Act V, Scene V).
Σβήσε, σβήσε φώς λιγόζωο. Ζωή 'ναι φευγαλέα σκιά, φτωχός θεατρίνος που με στόμφο τρώει την ώρα του 'πα στη σκηνή και πια δεν ξανακούγεται, ένα παραμύθι που λέει ένας ηλίθιος όλο αχό και πάθος χωρίς κανένα νόημα.



ΣΚΙΕΣ ΟΝΕΙΡΩΝ
"μήτε σκιές δεν είμεθα σκιών"
Κώστας Καρυωτάκης

Eίδωλα παρελθόντα
στέκουν μπροστά μας
Ανθεκτικά
Υψώνονται περήφανα
Ακλώνητα
Διαχρονικά
Αγάλματα λίθινης εποχής
ατενίζουν
τις πεπερασμένες ζωές μας


Παγκόσμια σταθερά της ύπαρξης
Θάνατος
σταθερός πέρα απο τον έρωτα
Νύν και Αεί
Τώρα και Πάντα
και Ποτέ


Μ ακολουθεί
η αντανάκλαση της μορφής σου
η ηχώ στους τοίχους του σπιτιού
Υποψία κίνησης.
Κάποιο τυχαίο άγγιγμα
Μια ανάσα
ένα γέλιο

Όχι
Δεν θ'αφήσω να χαθεί η φοβισμένη σκιά σου
Μόνη μου ελπίδα.
Μια μικρή χαρακιά
ρυτίδα στο μέτωπο του χρόνου
Ανεξίτηλη


Αναφορές:
"We are such stuff as dreams are made on, and our little life, is rounded with a little sleep".
William Shakespeare/The Tempest

Όμηρος: προσομοιάζει σε συγκινησιακά φορτισμένες σκηνές, την ψυχή με όνειρο ή σκιά.

"σκιάς όναρ άνθρωπος" Πίνδαρος.

"Πάντα ονείρων απατηλότερα, πάντα σκιάς ασθενέστερα" Ιωάννης Δαμασκηνός / Ιδιόμελα

Κώστας Καρυωτάκης,  Υστεροφημία

Δείτε ακόμα:

http://marionbarfs3.blogspot.com/2009/10/blog-post_8493.html
Μπορείς να δεις τις σκιές των ανθρώπων που πέρασαν. Τις σκιές που αφήνουν τα κάδρα και οι αφισέτες στους τοίχους. Μέσα στον άδειο χώρο μπορείς να μυρίσεις τις ιστορίες των ανθρώπων και να ζυγίσεις τις σκιές τους.

http://denelavast.blogspot.com/2009/07/blog-post_22.html

http://www.sarantakos.com/liter/lapathiotis/fantasmata.html
φαντάσματα, όλοι, και καπνοί, στη δίνη της αβύσσου

επίσης

Blade Runner (finale)
All those... moments... will be lost in time
Like tears in the rain...
Time to die

(Πριν το ενεργοποιήσετε, φροντίστε να έχει κλείσει το mixpod στην αρχή της σελίδας)

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2009

Άπνοια


Όμορφο σκαρί και δυνατό.
Στην εποχή του δεν έβρισκες τίποτα καλύτερο. Η αντοχή του και η ταχύτητά του δεν ξεπερνιότανε από άλλο πλεούμενο. Δοκιμασμένο για μακρινά ταξίδια κι ανοιχτές θάλασσες.
Οι μαστόροι στα ναυπηγεία του Σάγρες και του Λάγος έφτιαχναν με υπομονή το σκελετό. Διάλεγαν προσεκτικά τα δέντρα, βελανιδιές για την καρίνα και πεύκα για το κύτος, τοποθετούσαν τα κατάρτια και το έντυναν με τις σανίδες από εκλεκτή ξυλεία που στεγανοποιούσαν με ρετσίνι.

Ήταν η δύσκολη βάρδια αλλά δεν τον ένοιαζε.
Με τα χρόνια συνήθισε και τώρα τελευταία μπορεί και να το απολάμβανε. Ήταν μόνος πάνω στο κατάστρωμα με το πηδάλιο να στηρίζει το κορμί του και την θάλασσα να γεμίζει μυρωδιές τα πνευμόνια του. Είχε μια ελαφριά δροσιά κι ένα απαλό αεράκι που, αλίμονο, δεν ήταν αρκετό για να φουσκώσει τα πανιά. Το σκαρί ήταν ακίνητο και τα αστέρια πάνωθε του τρεμόπαιζαν λίγο πριν την αυγή.

Ερημιά, καταμεσής του πουθενά. Χάιδεψε το ξύλο αργά, σχεδόν τρυφερά, με το τραχύ ροζιασμένο χέρι του. Μετακινήθηκε λίγο, στηρίχτηκε στο άλλο πόδι και το κατάστρωμα έτριξε. Πλησίασε την πρύμνη και αγκάλιασε με το βλέμμα το πλοίο.
Η καραβέλα ησύχαζε.
Το ρυθμικό τρίξιμο των αρμών από τον ελαφρό κυματισμό έφτανε σα γλυκιά μουσική στ’ αυτιά του. Ο πρόβολος σημάδευε την ήπειρο που κρυμμένη περίμενε στο βάθος του ορίζοντα.

Σήκωσε τα μάτια του ψηλά. Κοίταξε τα κατάρτια και χαμογέλασε. Η γάμπια, ο παπαφίγκος και το πρυμναίο κατάρτι σταθερά, δυνατά και δεμένα με σχοινιά ανυπομονούσαν. Πόσο όμορφα του φαινόταν τα ονόματά τους, οι παράξενες ναυτικές ορολογίες που άκουγε μικρός από τον πατέρα του και τους άλλους ναυτικούς. 

Τα πανιά διπλωμένα περίμεναν τους αέρηδες να τα γεμίσουν δύναμη, να σύρουν το πλοίο μακριά.
Περίμενε να σαλπάρει αλλά ο καιρός δεν βόλευε.
Άπνοια.
Πότε θα φούσκωναν τα πανιά για τους καινούργιους κόσμους;
Είχε ακούσει για τις Δυτικές Ινδίες, για την θάλασσα των Σαργασσών, τα πλούτη που περίμεναν στην άλλη άκρη του ορίζοντα.
Κοίταξε γύρω του. Άναψε τον καπνό και τον ρούφηξε λαίμαργα. Οι ποινές ήταν πολύ αυστηρές για το κάπνισμα αλλά αυτή την ώρα το χρειαζόταν.

Άρχισε να χαράζει στις εκβολές του Τάγου. Η υγρασία πότιζε το δέρμα του και κούμπωσε τη στολή του. Κοίταξε το ρολόι του.
Αναστέναξε.
Άφησε το πόστο του καθώς είδε ότι ο αντικαταστάτης του είχε ήδη φτάσει.
Σε λίγο θα μαζεύονταν κι οι πρώτοι τουρίστες να γνωρίσουν από κοντά την εποχή των ανακαλύψεων. Πέρασαν τα χρόνια κι εκείνος ακόμα εδώ, περιμένοντας να φυσήξει ούριος άνεμος, να δώσει ώθηση στο καράβι που περίμενε χρόνια τώρα δεμένο στην αίθουσα εκθεμάτων του Ναυτικού Μουσείου της Λισαβόνας.
Έφερε την παλάμη στα μάτια του.

Το μέτωπό του χαρακωμένο από ρυτίδες, τα μαλλιά του είχαν ασπρίσει προ πολλού.
Ο νυχτερινός φύλακας του ναυτικού μουσείου, κατέβηκε προσεκτικά από την μικρή σκάλα, άφησε την καραβέλα, πιστό αντίγραφο της εποχής των θαλασσοπόρων, χαιρέτησε με ένα νεύμα τον πρωϊνό συνάδελφο και ετοιμάστηκε να επιστρέψει για μια ακόμη φορά στη στεριανή κουκέτα στο διαμέρισμα της οδού Λιμπερταδόρες στην Αλφάμα.

Άλλη μια νύχτα που δεν κατάφερε να φύγει.

Αύριο πάλι θα περίμενε υπομονετικά στο κατάστρωμα.



Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2009

ΦΛΙΠΕΡάκια - Κυνηγώντας τα ρεκόρ



Εξακολουθούν να με γοητεύουν, ακόμα και αυτά τα άψυχα, τα "εικονικά" που μπορείς να παίξεις στην οθόνη του υπολογιστή. Πολύχρωμα, εφετζίδικα, εξελιγμένα αλλά, αλίμονο, δεν έχουν την αισθητική πληρότητα των παλιότερων, εκείνων που ταϊζαμε με ταλληράκια (δραχμές) για να δοκιμάσουμε τη τεχνική και την τύχη μας και να δούμε τα αρχικά μας χαραγμένα στον πίνακα με  τα χαϊσκόρ.
Η αδρεναλίνη στα ύψη, η αγωνία της μεταλλικής μπίλιας που πεταγόταν, ανεξέλεγκτη θαρρείς, χτυπώντας εμπόδια, ανακλαστήρες κι ελάσματα, πότε ανάβοντας πολύχρωμα λαμπάκια, πότε ενεργοποιώντας ήχους, πότε  δίνοντας μπόνους για να υποκύψει τελικά στους ανελέητους νόμους της φυσικής, της βαρύτητας και τις καταδικαστικές πιθανότητες, για να χαθεί στη σκοτεινή καταβόθρα του τέλους.
Από κάποιο σημείο και μετά, όλες οι αισθήσεις μαγνητίζονταν, ήταν συγκεντρωμένες στην ξέφρενη τροχιά της γυαλιστερής μπίλιας.
Πόσοι από την γενιά μας δεν έχουν χαθεί και ξεχαστεί στα πολύχρωμα ταμπλό, δεν έχουν νοιώσει την μαγεία της επιτυχίας, την χαλάρωση εκείνη τη φευγαλέα στιγμή πριν το πέταγμα της μπαλίτσας στους τελευταίους στόχους και την απογοήτευση της μοιραίας τροχιάς που φέρνει το οριστικό τέλος αφήνοντας το ταμπλό παγωμένο και τα χειριστήρια νεκρά.

Και τι καλύτερο για να θυμηθούμε εκείνες τις στιγμές, από το Pinball Wizard των WHO σε πλήρη σύνθεση: Pete Townshend, Roger Daltrey, John Entwistle, Keith Moon. Ένα εκπληκτικό τραγούδι της δεκαετίας των 60 από την Ροκ Όπερα του συγκροτήματος "TOMMY".




Και ένα ακόμα πολύ όμορφο κείμενο, αφιέρωμα στα χρόνια των φλίπερ.
Νίκου Δήμου Η ΓΕΝΙΑ ΤΩΝ ΦΛΙΠΕΡ (απόσπασμα)
Υπήρχαν αυτοί, που ήταν μάστορες στο να κουνάνε όλο το μηχάνημα, ίσα-ίσα στο όριο - πριν εμφανιστεί με κόκκινα γράμματα η λέξη TΙLT και χάσεις το χρήμα.

Υπήρχαν άλλοι, που ούτε κουνιόντουσαν, ούτε κουνούσαν - έπαιζαν συγκεντρωμένοι σαν βουδιστές μοναχοί, με όλη τη δύναμη συμπυκνωμένη στα δάχτυλα που διάταζαν τα φλίπερ!

Μια ζωή με κυνηγάει η αίσθηση της χαμένης τρίτης μπάλας. Κάνεις μια τρομερή πρώτη μπάλα "τι στόχους, τι φώτα, τι μουσικές, τι καμπάνες" βγάζεις την "γκόμενα", ανάβεις τον ιπτάμενο δίσκο, ρίχνεις τα πάνω, μπαίνεις στον κύκλο - τα πάντα! Κάνεις μια προσεχτική δεύτερη μπάλα και πας για ρεκόρ. Και η τρίτη με παγερή απάθεια φεύγει ακριβώς ανάμεσα στα δύο φλίπερ στο μαθηματικό σημείο που δεν την αγγίζει τίποτα.

Ευτυχία ήταν μια καλοζυγισμένη μπαλιά στο BONUS η δύο απανωτές ριξιές που κατεβάζουν πέντε πάνω (χάος οι καμπάνες και τα φώτα). Κι έβγαζες (ήταν γενναιόδωρα τότε τα μηχανήματα) και τρία και πέντε παιχνίδια δωρεάν.

Είχε κάτι ωραίο αυτή η ανταμοιβή της επιτυχίας - με φώτα και μουσικές. Παραξενευόσουνα που στη ζωή κανείς δεν σε χειροκροτούσε τόσο- όσο ένα μηχάνημα. Εκεί χτυπούσες το στόχο και τότε ήταν που όλα σώπαιναν εχθρικά. Α!, η γενιά των φλίπερ! Τελετουργική ατμόσφαιρα, ελάχιστα κορίτσια, αυστηρή Ιεραρχία. Κλειστό στέκι ανάλογο αλλά εντελώς διαφορετικό από τα μπιλιαρδάκια των γυμνασιακών μου χρόνων όμως εξίσου "κακόφημα" για τους καλούς αστούς. Άλλωστε, σε λίγο, η πρώτη δημοκρατική κυβέρνηση της χώρας απαγόρεψε τα φλιπεράκια. Τότε περάσαμε στην παρανομία.

Εκκεντρικότητες, έλεγαν οι γνωστοί μου. Αλλά ποιος -έξω από τον Νίκο Νικολαΐδη- ξέρει να πει πόσο η ψυχή μας έχει μείνει δεμένη στα πολύχρωμα φωτάκια, τις καμπάνες και τις σειρήνες των φλίπερ; Σίγουρα, αν έρθει ποτέ για μας η Αποκάλυψη, η Δευτέρα Παρουσία, θα 'ρθει με ένα χτύπημα στα εκατό χιλιάδες - κι όλα τα φώτα τρελά.


http://www.ndimou.gr/index_gr.asp

PINBall wizard (lYRICS)
Ever since I was a young boy I've played the silver ball
From Soho down to Brighton I must have played them all
But I ain't seen nothing like him In any amusement hall
That deaf, dumb and blind kid Sure plays a mean pinball

He stands like a statue Becomes part of the machine
Feeling all the bumpers Always playing clean
He plays by intuition The digit counters fall
That deaf, dumb and blind kid Sure plays a mean pinball

He's a pinball wizard There's got to be a twist
A pinball wizard He's got such a supple wrist

How do you think he does it? (I don't know) What makes him so good?

He ain't got no distractions Can't hear those buzzers and bells
Don't see lights a flashin' Plays by sense of smell
Always gets a replay Never tilts at all
That deaf, dumb and blind kid Sure plays a mean pinball

I thought I was The Bally table king But I just handed My pinball crown to him
Even on my usual table He can beat my best
His disciples lead him in And he just does the rest
He's got crazy flipper fingers Never seen him fall
That deaf, dumb and blind kid Sure plays a mean pinball

Translate

Αναγνώστες